Unutma Beni Istanbul (I axehasti Poli) 2011 DVDRipXvid.avi GREEK SUBTITLES by TS GSseeders: 6
leechers: 0
Available in versions: DVDRip
Unutma Beni Istanbul (I axehasti Poli) 2011 DVDRipXvid.avi GREEK SUBTITLES by TS GS (Size: 1.52 GB)
Description
Tο κινηματογραφικό project «Η Αξέχαστη Πόλη» , που εντάχθηκε στα πολιτιστικά γεγονότα του “2010 Istanbul European Capital Of Culture”, είναι μια σπονδυλωτή ελληνοτουρκική παραγωγή με πρωτότυπο concept και συναρπαστική διαδρομή.
Εφτά σκηνοθέτες με καταγωγή από τα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή στήνουν τις δικές τους μικρές ιστορίες με φόντο τη μυθική πόλη της Κωνσταντινούπολης, για τη δημιουργία μιας ταινίας που ξεκινάει και τελειώνει με μία επιστροφή. Αυτή του αρχικού αφηγητή και επόπτη του project, γνωστού συγγραφέα Πέτρου Μάρκαρη, στο σπίτι των παιδικών του χρόνων. Σκηνοθέτες: Stefan Arsenijevic (Σερβία), Omar Shargawi (Δανία / Παλαιστίνη), Aida Begic (Βοσνία), Hany Abbu-Assad (Παλαιστίνη), Eric Nazarian (Αρμενία/ Η.Π.Α.) και οι δικοί µας Στέργιος Νιζήρης και Ζοζεφίνα Μαρκαριάν. Όλοι είχαν ζήσει για κάποιο διάστηµα στην Κωνσταντινούπολη ή είχαν κάποιου είδους σχέση µε την Πόλη. Έξι σκηνοθέτες από τα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή ενώνουν τις δυνάµεις τους σε µια τουρκικο-ελληνική συµπαραγωγή Όλα άρχισαν τον Νοέµβριο του 2008, όταν ο τούρκος σκηνοθέτης Ηuseyin Karabey βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη για την παρουσίαση της ταινίας του «Μy Marlon and Brand». Στην προβολή της ταινίας είχε προσκαλέσει δύο πρόσωπα που θαυµάζει, τον σκηνοθέτη Θόδωρο Αγγελόπουλο και τον συγγραφέα Πέτρο Μάρκαρη. Στη συζήτηση που θα ακολουθήσει µετά την προβολή συµβαίνει κάτι αναπάντεχο: «Έµαθα ότι ο Πέτρος αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη πριν από σαράντα χρόνια», µας διηγείται o Karabey. «Με ρώτησε πού έµενα. Του απάντησα στο Κουρτουλούς (Ταταύλα). Μου είπε ότι κι αυτός έµενε εκεί. Ύστερα µε ρώτησε σε ποια οδό έµενα ακριβώς. Του απάντησα, “Κεντρική οδός, στην πολυκατοικία Ναρίν”. Τα µάτια του γέµισαν δάκρυα. Έµενα στο ίδιο κτήριο στο οποίο έµενε κι ο Πέτρος πριν αναγκαστεί να φύγει. Εγώ στον πέµπτο όροφο και αυτός στον τέταρτο». Η σύµπτωση αυτή γεννά στον Karabey την ιδέα για µία ταινία µεγάλου µήκους, αποτελούµενη από έξι αυτοτελή επεισόδια, µε θέµα την Κωνσταντινούπολη ως τόπο συλλογικής µνήµης. «Η πολιτισµική επιρροή της Κωνσταντινούπολης επεκτείνεται πέρα από τα όρια της τουρκικής επικράτειας. Είναι το σηµείο όπου η Δύση συναντά την Ανατολή, ο χώρος όπου για αιώνες συνυπήρξαν αµέτρητες γενιές ανθρώπων από την Ανατολία, τα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή, για τους οποίους η Πόλη εξακολουθεί να αποτελεί σήµερα αναπόσπαστο κοµµάτι της συλλογικής τους µνήµης». Ο Karabey προτείνει στον Μάρκαρη την εποπτεία του σεναρίου, ενώ το µοντάζ αναλαµβάνει η Mary Stephen (γνωστή από τις συνεργασίες της µε τον Eric Rohmer). Στη συνέχεια αναζητά τους σκηνοθέτες. Τελικά καταλήγει στους Stefan Arsenijevic (Σερβία), Omar Shargawi (Δανία / Παλαιστίνη), Aida Begic (Βοσνία), Hany Abbu-Assad (Παλαιστίνη), Eric Nazarian (Η.Π.Α.) και στον δικό µας Στέργιο Νιζήρη. Όλοι οι σκηνοθέτες έχουν ζήσει για κάποιο διάστηµα στην Κωνσταντινούπολη ή έχουν κάποιου είδους δεσµό µε την Πόλη. Μιλώντας για τη δική του σχέση µε την Πόλη, ο Νιζήρης αναφέρει: «Πρωτοπήγα στην Πόλη το 1995, καλεσµένος από τούρκους συµφοιτητές. Εχθρικά χρόνια τότε, πριν από τους σεισµούς του 1999. Συνέχισα να πηγαίνω, και πια οι µισοί µου φίλοι ζουν εκεί. Απ’ την αρχή δεν µε ενδιέφερε η –δική µας– κληρονοµιά, αλλά η αίσθηση θνητότητας και αναίρεσής της στα καθηµερινά πράγµατα, στον τρόπο ζωής τους. Όταν έχασα τη µητέρα µου πριν από τρία χρόνια εκεί πήγα να κρυφτώ, κι έγινε ο τόπος που την αποχαιρέτησα. Κι από τότε είναι τόπος προσωπικής χαρµολύπης». Στο επεισόδιο του Νιζήρη, «Half Moon Strangers», ο Βαγγέλης (Γιώργος Συµεωνίδης) είναι ένας έµπορος υφασµάτων που ταξιδεύει συχνά από τη Θεσσαλονίκη στην Πόλη για δουλειές. Στο τελευταίο του ταξίδι πέφτει θύµα απάτης και αναγκάζεται να παραµείνει στην Πόλη παραπάνω από ό,τι συνήθως. Γεµάτος προκαταλήψεις, ανακαλύπτει ένα άλλο πρόσωπο της Πόλης όταν γνωρίζει τη Ζeynep, η οποία τον βοηθά να ανακτήσει τα χρήµατά του. «Αυτοί που συναντιούνται στην ιστορία µου είναι φτωχοί άνθρωποι, µε ένα σωρό προκαταλήψεις, που πρόσκαιρα τις βάζουν στην άκρη. Δεν ξέρω αν µέσα απ’ το προσωπικό µπορούν να κάνουν την αναγκαία αναγωγή στο συλλογικό, να δουν πως οι πραγµατικοί εχθροί τους είναι οι κυρίαρχες τάξεις και οι κυβερνήσεις που τις υπηρετούν στις χώρες τους. Τον απλό κόσµο τον ενώνει αποσταγµένη συνύπαρξη αιώνων που κυλάει στο αίµα µας. Οι Τούρκοι έλκονται από τον ατοµικισµό µας και εµείς από το αίσθηµα κοινότητας και αλληλοσεβασµού που συναντάµε εκεί». Στο επεισόδιο του Arsenijevic, η Άνα και ο Ντράγκαν, ένα µεσήλικο ζευγάρι Σέρβων, περνάνε λίγες µέρες διακοπών στην Κωνσταντινούπολη. Ο γάµος τους έχει κορεστεί και καβγαδίζουν συνεχώς. Μετά από έναν καβγά στην κεντρική αγορά η Άνα χάνει τον άνδρα της µέσα στο πλήθος. Στην προσπάθειά της να τον βρει, χάνεται µέσα στα στενά και, αντί για τον Ντράγκαν, συναντά κάποιον που νόµιζε ότι έχασε πριν από πολλά χρόνια. «Δεν είχα ποτέ ώς τότε επισκεφθεί την Κωνσταντινούπολη. Η εικόνα που είχα φτιάξει όλα αυτά τα χρόνια στο µυαλό µου της προσέδιδε µια οντότητα σχεδόν µεταφυσική», µου λέει χαµογελώντας ο Arsenijevic, και συνεχίζει: «Ήταν µία µεγάλη και ευχάριστη περιπέτεια. Ξαφνικά βρίσκεσαι σε µία πόλη άγνωστη και προσπαθείς να κάνεις µία ταινία µε ανθρώπους που δεν γνωρίζεις και µάλιστα σε πολύ περιορισµένο χρονικό διάστηµα. Με µερικούς από αυτούς δεν µιλούσαµε καν σε µια κοινή γλώσσα. Το project µού έδωσε την ευκαιρία να δοκιµάσω κάποια πράγµατα που δύσκολα θα έκανα σε δική µου ταινία». Η Aida Begic, βραβευµένη στις Κάννες το 2008 για το «Χιόνι», εστιάζει στη γεωγραφική ιδιαιτερότητα της Πόλης: «H Kωνσταντινούπολη βρίσκεται κυριολεκτικά µεταξύ Ανατολής και Δύσης. Είναι δύο πόλοι που συνυπάρχουν. Μερικές φορές εναρµονισµένα και άλλες φορές όχι. Είναι σαν ένας γάµος. Σαν τη σχέση ενός άνδρα µε µία γυναίκα. Αυτήν την εικόνα έχω στο µυαλό µου κάθε φορά που σκέφτοµαι την Πόλη και έτσι γεννήθηκε και η ιδέα της ταινίας µου – “Otel(o)”». Πώς ήταν η εµπειρία της συµµετοχής της στο project; «Οι συνθήκες της παραγωγής είναι διαφορετικές. Είσαι ένας από τους εφτά και πρέπει να συµβιβαστείς µε αυτό. Από την άλλη, είναι καταπληκτικό το να συναντάς ανθρώπους από άλλες χώρες να δηµιουργείς µαζί τους, να µοιράζεσαι ιδέες και απόψεις». Στο επεισόδιο του Eric Nazarian, ο Αρµενάκ, ένας αρµένης µουσικός, επισκέπτεται την Πόλη, τον τόπο από τον οποίο εκριζώθηκαν οι πρόγονοί του σχεδόν πριν από έναν αιώνα, το 1915. «Αυτή η πόλη είναι σαν όπιο, είναι εθιστική», συλλογίζεται ατενίζοντας τον Βόσπορο. «Εµείς αποκαλούµε την Κωνσταντινούπολη Bolis... από το ελληνικό Πόλις», αναφέρει ο Nazarian. Στο επεισόδιο γίνεται και άµεση αναφορά στη γενοκτονία των Αρµενίων. «Η Κωνσταντινούπολη αντιπροσωπεύει για εµάς, τους Αρµένιους της διασποράς, το σηµείο µηδέν της γενοκτονίας, εκεί όπου στις 24 Απριλίου του 1915 οι οθωµανικές αρχές συνέλαβαν 250 αρµένιους συγγραφείς και διανοούµενους, που στην πορεία βρήκαν τραγικό θάνατο». Συνεχίζοντας, προσθέτει: «Σε ένα συλλογικό project είναι το κεντρικό θέµα που συνδέει τα επί µέρους κοµµάτια. Στην περίπτωσή µας είναι η ανάµνηση µιας πόλης που έχει χαθεί, εξ ου και ο τίτλος “Μη µε ξεχάσεις, Κωνσταντινούπολη”. Μου αρέσει αυτός ο τίτλος γιατί εκλιπαρεί να µη λησµονηθεί – και για µένα, ως κινηµατογραφιστή, η µνήµη είναι πολύ σηµαντικό θέµα. Να µην ξεχνάµε το παρελθόν, να το φέρνουµε στην επιφάνεια, να τρεφόµαστε και να µαθαίνουµε από αυτό». Η ταινία κλείνει µε ένα επεισόδιο διαφορετικής κινηµατογραφικής γραφής (ντοκιµαντέρ - δοκίµιο), το οποίο λειτουργεί ως επίλογος. Σε αυτό ο Πέτρος Μάρκαρης γυρίζει στο σπίτι του στα Ταταύλα για πρώτη φορά µετά από δεκαετίες. Εκεί τον περιµένει ο Ηuseyin Karabey, ως καλός οικοδεσπότης, µε τον οποίο συζητούν για το σπίτι, για την παλιά Πόλη – καθώς και για τη γνωριµία τους, η οποία αποτέλεσε το εφαλτήριο για την πραγµατοποίηση της ταινίας. Τη σκηνοθεσία έχει αναλάβει η κόρη του συγγραφέα, Ιωσηφίνα Μαρκαριάν: «Για µένα ο επίλογος ήταν µια ευκαιρία να ταξιδέψω στο παρελθόν της οικογένειάς µου, στα παιδικά χρόνια του πατέρα µου, στις ρίζες µου. Να βιώσω τα ακούσµατα, τις αφηγήσεις και να τα µετατρέψω σε εµπειρίες. Να περάσουν, δηλαδή, από το χώρο του µύθου σε αυτόν της πραγµατικότητας». Η Ιωσηφίνα, που πλέον ζει και εργάζεται µόνιµα στην Κωνσταντινούπολη, αναφέρεται στις διαφορές τού σήµερα µε το παρελθόν: «Πολλά έχουν αλλάξει από τότε που ο πατέρας µου ζούσε εδώ. Το σηµαντικότερο για µένα, η έλλειψη της πολυ-πολιτισµικότητας που είχε κάποτε. Η φυγή των µειονοτήτων, σε συνδυασµό µε τη ραγδαία αύξηση του πληθυσµού, στέρησε εν µέρει από την Πόλη τον πολύχρωµο χαρακτήρα που είχε». Έχει κερδίσει το Βραβείο Καλύτερης Ταινίας στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ραμπάτ, στο Μαρόκο, που διεξήχθη 22 έως 30 Ιουνίου. UNUTMA BENI ISTANBUL - DO NOT FORGET ME ISTANBUL 2011, omnibus project Σκηνοθεσία Hany Abu-Assad, Stefan Arsenijevic, Aida Begic, Ζοζεφίνα Μαρκαριάν, Eric Nazarian, Στέργιος Νιζήρης, Omar Shargawi. Καλλιτεχνική διεύθυνση Huseyin Karabey. Παραγωγή Unutma Bani Istanbul Film Yapim Produksiyon Ltd (Τουρκία) σε συμπαραγωγή με Αργοναύτες Α.Ε. Sharing WidgetScreenshots |